Blogger Widgets

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

ασκήσεις στις δευτερεύουσες προτάσεις


Να αναγνωρίσετε συντακτικά τις δευτερεύουσες προτάσεις.

1.      Ἀριαῖος ἐτύγχανεν ἐφ’ ἁμάξης πορευόμενος, διότι ἐτέτρωτο .
2.      Οἱ Ἕλληνες ἐθαύμαζον ὅτι οὐδαμοῦ Κῦρος φαίνοιτο.
3.      Ἐπεὶ δ’ ὁ χειμὼν ἔληγεν, οἱ Ἀθηναῖοι ἔπλευσαν εἰς Προκόννησον.
4.      Ὅστις αὑτὸν φιλεῖ μετ’ ἐμοῦ μαχέσθω.
5.      Φήσουσί με σοφὸν εἶναι, εἰ καὶ οὐκ εἰμί.
6.      Πολὺ μὲν χρόνον ἠπόρουν, τί ποτε λέγει ὁ θεός.
7.      Βούλομαι τοῦτο ἐπιδεῖξαι, ὅτι οὗτοί εἰσιν ἀδικώτατοι περὶ ἀνθρώπους.
8.      Ἀγωγῆς οὖν δέονται οἱ νέοι, ἵνα καλοὶ κἀγαθοὶ γένωνται.
9.      Εἰ οὗτοι ἦσαν ἄνδρες ἀγαθοί, οὐκ ἄν ποτε ταῦτα ἔπασχον.
10. Εἱλόμην τοῦτον τὸν λόγον παραλιπεῖν, ἐπειδὴ λίαν ῥᾴδιος ἦν ἐκείνοις.
11. Ἐπειδὰν ἔλθωσιν, ἕξομεν τὰ ἐπιτήδεια.
12. Οἱ Κούρητες ἔνοπλοι τοῖς δόρασι τὰς ἀσπίδας συνέκρουον, ἵνα μὴ τῆς τοῦ παιδὸς φωνῆς ο Κρόνος ἀκούσῃ.
13. Ἠγγέλθη τοῖς στρατηγοῖς ὅτι φεύγοιεν ὑπό τοῦ δήμου.
14. Νῦν δὲ φοβούμεθα μὴ ἀμφοτέρων ἅμα ἡμαρτήκαμεν.
15. Ἐφοβήθησαν μὴ καὶ ἐπὶ σφᾶς ὁ πόλεμος ἔλθῃ.
16. Εἰ καὶ μὴ βλέπεις, φρονεῖς ὅμως.
17. Ξενοφῶν ἤρετο, εἴ τις ἐμοῦ εἴη σοφώτερος.
18. Ἐὰν ζητῇς καλῶς, εὑρήσεις.
19. Ἴσμεν ὅτι πάντες τοῖς ἀδίκοις ἐναντιοῦνται.
20. Ξενοφῶν ἔδεισε μὴ κακὰ γένοιτο τῇ πόλει.

είδος
(ονοματική, επιρρηματική)
εισαγωγή
(σύνδεσμος, αντωνυμία, επίρρημα)
εκφορά
(ρήμα δευτερ. , έγκλιση)
εξάρτηση
ρήμα κύριας ή άλλης δευτ. (αρκτικός, ιστορικός χρόνος)
λειτουργία
(ΥΡ, ΑΡ, προσδιορισμός)


Αδερφοί Γκρίμμ, «Τα καλικαντζαράκια»

χριστουγεννιάτικο παραμύθι



ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ήταν ένας τσαγκάρης, που χωρίς να φταίει, έπεσε σε μεγάλη φτώχεια. Και δεν τού 'μεινε πια τίποτα παρά μονάχα ένα κομμάτι δέρμα για ένα ζευγάρι παπούτσια. Κάθισε λοιπόν αποβραδίς κι έκοψε το δέρμα, για να ξυπνήσει το πρωί και να φτιάξει τα παπούτσια. Κι επειδή είχε ήσυχη τη συνείδηση του, έκανε το σταυρό του κι έπεσε στο κρεβάτι του να κοιμηθεί.
Την άλλη μέρα, αφού ξύπνησε κι είπε την προσευχή το, ετοιμάστηκε να καθίσει στον πάγκο του να δουλέψει. Τι να δει όμως; Τα παπούτσια ήταν έτοιμα, στολισμένα πάνω στον πάγκο του! Τα πήρε στα χέρια του για να τα δει από κοντά κι ήταν στ' αλήθεια τόσο καλά δουλεμένα που ούτε μια βελονιά δεν ήταν στραβά κεντημένη, λες και τα 'χε φτιάξει ο καλύτερος τσαγκάρης της πολιτείας. Σε λίγο μπήκε μέσα ένας πελάτης κι επειδή τα παπούτσια τού άρεσαν πολύ, πλήρωσε διπλά για να τα αγοράσει. Ο τσαγκάρης μας λοιπόν αγόρασε δέρμα για δυο ζευγάρια παπούτσια. Το 'κοψε κι αυτό αποβραδίς να το 'χει έτοιμο την άλλη μέρα το πρωί να δουλέψει.
Αλλά δεν χρειάστηκε: όταν ξύπνησε, βρήκε πάλι τα δυο ζευγάρια έτοιμα. Οι πελάτες δεν άργησαν να 'ρθουν κι αυτή τη φορά ο τσαγκάρης πήρε χρήματα αρκετά και αγόρασε δέρμα για τέσσερα ζευγάρια παπούτσια. Την άλλη μέρα το πρωί βρήκε πάλι τα παπούτσια έτοιμα. Κι έτσι έγινε και την άλλη και την παράλλη: όσα ζευγάρια παπούτσια έκοβε αποβραδίς, τα 'βρισκε έτοιμα την άλλη μέρα το πρωί. Ώσπου έγινε πλούσιος. Κι ένα βράδυ, λίγο πριν απ ' τα Χριστούγεννα, την ώρα του τέλειωσε τη δουλειά του κι ετοιμάστηκε να πάει για ύπνο, είπε στη γυναίκα του: «Γυναίκα, τι θα 'λεγες να μείνουμε ξύπνιοι τούτη τη νύχτα, να δούμε ποιος κάνει όλη τούτη τη δουλειά για χάρη μας;» Η γυναίκα του συμφώνησε και άναψε μια μικρή λάμπα, για να βλέπουν. Ύστερα κρύφτηκαν στη γωνίτσα και κράτησαν τα μάτια τους ανοιχτά, να μην κοιμηθούν.
Όταν χτύπησαν μεσάνυχτα, ήρθαν δυο μικρούλικα γυμνά καλικαντζαράκια, κάθισαν στον πάγκο του τσαγκάρη, πήραν τα κομμάτια το δέρμα κι άρχισαν να ράβουν και να καρφώνουν τόσο γρήγορα κι επιδέξια με τα μικροσκοπικά τους δαχτυλάκια που ο τσαγκάρης έμεινε μ' ανοιχτό το στόμα απ την κατάπληξη και το θαυμασμό. Τα δυο καλικαντζαράκια δεν σταμάτησαν, ώσπου τέλειωσαν όλη τη δουλειά. Τότε έδωσαν έναν πήδο κι έφυγαν, όπως είχαν έρθει.
Την άλλη μέρα το πρωί η γυναίκα είπε στον άντρα της: «Τα δυο καλικαντζαράκια μάς έκαναν πλούσιους. Πρέπει να τους δείξουμε την ευγνωμοσύνη μας. Έτσι  γυμνά που τριγυρνάνε, θα κρυώνουν. Έχω μια ιδέα: Θα τους ράψω πουκαμισάκια, παντελονάκια και γιλεκάκια. Και θα τους πλέξω κι από ένα ζευγάρι κάλτσες. Κάτσε κι εσύ και φτιάξ' τους από ένα ζευγάρι παπουτσάκια». Ο άντρας δεν περίμενε να του το πει δεύτερη φορά. Ως το βράδυ είχαν τελειώσει. Κι αντί ν' αφήσουν τον πάγκο φορτωμένο με δουλειά, όπως πάντα, τον στόλισαν με τα δωράκια τους. Ύστερα κρύφτηκαν, να δουν τι θα γίνει. Τα μεσάνυχτα ήρθαν πάλι τα δυο καλικαντζαράκια κι ετοιμάστηκαν να πιάσουν δουλειά. Αλλά δουλειά δεν βρήκαν. Κι όταν είδαν τα μικροσκοπικά ρουχαλάκια και τις κάλτσες και τα παπούτσια, απόρησαν στην αρχή. Έπειτα όμως δεν ήξεραν τι να κάνουν απ’ τη χαρά τους. Χορεύοντας και γελώντας ντύθηκαν, κι, όλο καμάρι πηδούσαν και τραγουδούσαν:

«Είμαστε όμορφα ντυμένοι
και ποδεμένοι και στολισμένοι!
Με τόση λεβεντιά και χάρη,
γιατί να κάνουμε τον τσαγκάρη;»

Έτσι χόρευαν και τραγουδούσαν και στριφογύριζαν σ' όλη την κάμαρη, πηδούσαν πάνω στις καρέκλες και στα τραπέζια με κέφι και χαρά. Στο τέλος, χορεύοντας πάντα, βγήκαν απ’ την πόρτα κι έφυγαν. Και δεν ξαναγύρισαν ποτέ πια. Αλλά κι ο τσαγκάρης έζησε καλά κι εμείς καλύτερα.
[πηγή: Τα παραμύθια των αδερφών Γκριμμ, Α' τόμος, εισαγωγή Marthe Robert, μετάφραση Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Άγρα, Αθήνα 1993, σ. 320-324]

Maria durch ein' Dornwald ging

Maria durch ein' Dornwald ging.
Kyrieleison!
Maria durch ein' Dornwald ging,
der hatte in sieben Jahr'n kein Laub getragen!
Jesus und Maria.

Was trug Maria unter ihrem Herzen?
Kyrieleison!
Ein kleines Kindlein ohne Schmerzen,
das trug Maria unter ihrem Herzen.
Jesus und Maria.

Da haben die Dornen Rosen getrag'n;
Kyrieleison!
Als das Kindlein durch den Wald getragen,
da haben die Dornen Rosen getragen!
Jesus und Maria.

Wie soll dem Kind sein Name sein?
Kyrieleison!
Der Name, der soll Christus sein,
das war von Anfang der Name sein!
Jesus und Maria.

Wer soll dem Kind sein Täufer sein?
Kyrieleison!
Das soll der Sankt Johannes sein,
der soll dem Kind sein Täufer sein!
Jesus und Maria.

Was kriegt das Kind zum Patengeld?
Kyrieleison!
Den Himmel und die ganze Welt,
das kriegt das Kind zum Patengeld!
Jesus und Maria.

Wer hat erlöst die Welt allein?
Kyrieleison.
Das hat getan das Christkindlein,
das hat erlöst die Welt allein!
Jesus und Maria.

 


Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Καλά Χριστούγεννα - Θεατρικό


Αγαπητοί μαθητές,
ακολουθεί το θεατρικό που έχουμε συζητήσει. Μελετήστε το, δείτε τους ρολους σας και έχετε υπόψη οτι ενδέχεται να προκύψουν κάποιες αλλαγές στους ρόλους. Τα λέμε στην πρόβα τη Δευτέρα, καλό ΣΚ!


«Καλά Χριστούγεννα»
Έντουαρντ: Γάλλος υπολοχαγός (Νικολάου)
Μπέρναντ: Γάλλος στρατιώτης (Γκόλφης)
Γάλλος ιερέας (Ερμίρ)
Μαρία: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Αλιμετάι)
Άντριου Ντάνκαν: Γάλλος  πληγωμένος στο πεδίο της μάχης (Τζαμάνι)
Φέλιξ: Γάλλος στρατιώτης (Σπυρόπουλος)
Σουζάνα: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Λαίνα)
Κλώντια: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Μήτσου)
Σεσίλ: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Μπλούνα)
Ίζαμπελ (Υπολοχ. Γαλλ. νοσοκόμα) (Μπαμπουκάκη)
Σάρα: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Γεροδήμου)
Νάνσυ: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Πεπόνα)
Σάλυ: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Τσάκωνα)
Κλαίρη: Γαλλίδα  νοσοκόμα (Μουλάι)
Χανς: Γερμανός υπολοχαγός (Μπούρχας)
Καρλ: Γερμανός στρατιώτης (Καραβάς)
Ρόλαντ: Γερμανός στρατιώτης (Δουβλέκας)
Ρόμπερτ: Γερμανός στρατιώτης (Ρουκουτάκης)
Τζέισον: Σκωτσέζος στρατιώτης (Μαντζίκος)
Σάιμον: Σκωτσέζος υπολοχαγός (Μήλιος)
Φράνσις: Σκωτσέζος στρατιώτης (Καραπέτσας)
Νόα: Σκωτσέζος στρατιώτης (Τσανής)


(Στο γαλλικό χαράκωμα)

Έντουαρντ (απευθυνόμενος στο τάγμα του, που είναι συγκεντρωμένο, με φωνή δυνατή και σταθερή): Βγαίνουμε έξω. Τα γερμανικά χαρακώματα είναι 100 μέτρα μακριά. Βομβαρδίζουμε τα πολυβόλα τους ήδη πάνω από 1 ωρα. Αυτό είναι καλό για μας. Περνάμε την πρώτη γραμμή και μετά τη φάρμα που είναι από πίσω. Το 134ο τάγμα θα μας αντικαταστήσει το βράδυ. Για να ξεκουραστούμε. Οι Σκωτσέζοι θα μας καλύψουν από τα αριστερά. Θα τους αναγνωρίσουμε από τα μαύρα πηλίκια. Μην ανησυχείτε γι’ αυτούς. Εσείς θα προσέχετε μόνο τι λέω εγώ. Είμαι σαν κι εσάς! Θέλω κι εγώ να πάω σπίτι μου! Ας κάνουμε λοιπόν αυτό που πρέπει και σε 1 βδομάδα θα είμαστε όλοι σπίτια μας για τα Χριστούγεννα! Ας κάνουμε αυτό που πρέπει να γίνει. Έτοιμοι; Οπλίσατε! Εμπρός!

Φωνάζουν και επιτίθενται.

Πεδίο μάχης. Οι άντρες παλεύουν, σκοτώνουν…



ΣΚΗΝΗ 2η

(Γαλλικό χαράκωμα. Η μάχη έχει τελειώσει. Υπάρχουν πολλές απώλειες.)

Σκοτάδι. Ο ιερέας  περνάει με μια λάμπα φωτισμένη και καθώς φέγγει, βλέπει πληγωμένους

(ένας με πανί με αίματα που το κρατάει στο λαιμό)

(ένας με πατερίτσες)

(ένας με τυλιγμένο όλο το κεφάλι με γάζες)

Στο βάθος κάθεται ο Μπέρναντ και κοιτάζει το άπειρο.

(ο ιερέας πλησιάζει)

Μπέρναντ: (Κοιτάζει τον ιερέα. Κουνάει το κεφάλι αριστερα-δεξιά σαν χαμένος): Είπαμε θα πάμε σπίτι μας για τα Χριστούγεννα. Κι αυτός τώρα δε ζει καν!

Ιερέας: Για ποιον μιλάς, τέκνο μου;;

Μπέρναντ: Τον εγκατέλειψα. Σαν δειλός…. τον εγκατέλειψα! Εγκατέλειψα τον ίδιο μου τον αδελφό!!!!

Ιερέας: ο πόλεμος είναι σκληρός... γι αυτό ο Θεός που είναι πάνσοφος και μακρόθυμος, ζητά και από μας την αγάπη, τέκνο μου!!!!

Μπέρναντ: Τον άφησα να πεθάνει… μόνος! (βάζει το κεφάλι του ανάμεσα στα χέρια του και κλαίει..)

Ιερέας: Δεν είχες άλλη επιλογή. Τώρα θα προσευχηθούμε γι’ αυτόν και για όλους τους άλλους.

Μπέρναντ: Η μητέρα μας θα τον περιμένει σπίτι για τα Χριστούγεννα… πώς θα της το πω ότι ο Γούιλιαμ δε ζει πια; Δε μπορώ να της το πω!

(Αγκαλιάζονται)



ΣΚΗΝΗ 3η

(Στο γαλλικό χαράκωμα)

(Στο πεδίο της μάχης ανάμεσα στα χαρακώματα κείτονται σωροί και ανάμεσά τους ένας πληγωμένος, ακόμη ζωντανός, ο Άντριου Ντάνκαν. Στο ένα χαράκωμα αδελφές νοσοκόμες  φροντίζουν τους πληγωμένους.)

Άντριου: Μαρία, ξέρω πως είσαι ανάμεσα στα χαρακώματα. Είμαι ο  Άντριου Ντάνκαν. Είμαι 3 μέτρα μακριά. Σε παρακαλώ βοήθησέ με. Στο το όνομα της Παναγίας, Μαρια! Οι άλλοι είναι πολύ μακριά, αλλά εγώ… Μαρία, πρέπει να έρθεις να με βοηθήσεις…

(η Μαρία σηκώνεται, βγαίνει από το χαράκωμα και πηγαίνει προς το μέρος του προσεκτικά.)

Άντριου: Ετσι! Το ήξερα ότι μπορούσες να με βοηθήσεις!

(Μία άλλη νοσοκόμα, η Σεσίλ, βγαίνει από το χαράκωμα)

Σεσίλ: Μα τι κάνεις; Τρελάθηκες; Αυτό είναι αυτοκτονία! Πάμε πίσω, θα μας πυροβολήσουν!

(Ακούγονται πυροβολισμοί. Τρέχουν και οι δύο γρήγορα πίσω στο χαράκωμα.)

Άντριου: Μη φεύγεις! Μη φεύγεις έτσι! Έλα πίσω! Ήσουν τόσο κοντά…(και γέρνει το κεφάλι στο έδαφος…)



ΣΚΗΝΗ 4η

Νοσοκόμες συγκεντρωμένες στο γαλλικό  χαράκωμα.

Σουζάνα: Σήμερα έχουμε επίσκεψη της υπολοχαγού! Ποιος ακούει πάλι της φωνές  της… θα έχει άραγε τίποτα καλό να μας πει;

Κλώντια: Πότε είχε κάτι καλό να μας πει; Πάντα αγριεμένη έρχεται…. πόσο μάλλον τώρα που έγινε αυτό με τη Μαρία!

Σεσίλ: Σσσσς….έρχεται! Μπείτε στη σειρά!

Ίζαμπελ: Δεν τα πήγατε κι άσχημα μέχρι τώρα. Μαθαίνω τι συμβαίνει… δυστυχώς όμως δεν έχω καλά νέα για εσάς. Θα κάνετε Χριστούγεννα στο μέτωπο. Ξέρω, θα θέλατε να πάτε στα σπίτια σας, ωστόσο η σοβαρότητα της κατάστασης δεν το επιτρέπει αυτή τη στιγμή. Εξάλλου, υπάρχει ένας στόχος και οφείλουμε να τον ακολουθούμε πιστά. Να συντρίψουμε τον εχθρό! Α! Να και η καλή μας τραυματιοφορέας… αυτή που παραλίγο να σκοτώσει μία δική μας νοσοκόμα για να σώσει μία ζωή χαμένη.  Η τραυματιοφορέας πρέπει να σώζει ζωές, όχι να τις βάζει σε κίνδυνο! Ακούς; Έδωσα διαταγές. Ξεκάθαρες διαταγές: ότι δεν πρέπει να αφήνετε το χαράκωμα γιατί μπορεί να προκαλέσετε αντεπίθεση.

Μαρία: Ναι κυρία, αλλά η κατάσταση...

Ίζαμπελ: Αλλά δε σε νοιάζει καθόλου! Ούτε να το ξανασκεφτείς να το παίξεις οσία Μαρία και εδώ θα ακολουθείς αυτό που λέγεται στρατιωτική πειθαρχία! Έ-γι-να κα-τα-νο-η-τή; Κα-τά-λα-βες; (Φωνάζει)

Μαρία: Μάλιστα κυρία!

Σάρα: Μα κυρία, ήταν πληγωμένος… χρειαζόταν βοήθεια!

Ίζαμπελ: Μπα; Έχεις και υποστηρικτές βλέπω…!

Σάρα: Είμαστε κι άνθρωποι όμως! Κι εκείνος πέθαινε! Δε μπορούσε να τον αφήσει έτσι!

Ίζαμπελ: Μη μου κάνεις εμένα υποδείξεις! Πέθαινε και ήταν χαμένη υπόθεση… ΤΕΛΟΣ! Νάνσυ, Θα μου πεις τι έκανες πριν λίγο στα χαρακώματα ενώ δεν υπάρχει μάχη αυτή τη στιγμή;

Νάνσυ: Είχα έρθει για να… επισκεφθώ έναν φίλο…

Ίζαμπελ: Τι; Έναν φίλο; Δεν είμαστε καλά! Καταλαβαίνεις κορίτσι μου που είμαστε; Έχουμε πόλεμο! Πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι; Στο σπιτάκι σου; Θα επιστρέψεις τώρα μαζί μου στα μετόπισθεν! Κι εσύ και οι δύο εσείς (δείχνει τη Μαρία και τη Σάρα)!

Νάνσυ+Μαρία+Σάρα: Μάλιστα κυρία!

(Ξεκινάει η υπολοχ. Ίζαμπελ, πίσω της ακολουθούν η Νάνσυ, η Μαρία και η Σάρα)

Σάλυ: Κυρία, μήπως να πάτε από εδώ; Είναι πιο σύντομος ο δρόμος.. (Πιάνει ελαφρά τη μύτη της καθώς πρόκειται για σύνθημα)

Μαρία: Α, ναι,  η Σάλυ έχει δίκιο, από εδώ είναι πιο σύντομος ο δρόμος. (Κοιτώντας τη Σάλυ κάνει κι αυτή το σύνθημα με τη μύτη)

Ίζαμπελ: Πολύ καλά.

Μαρία: Από εδώ κυρία. Στρίβουμε δεξιά.. (φεύγουν πίσω από τη σκηνή και πλέον ακούγονται οι φωνές τους από τα παρασκήνια)

Σάρα: Και τώρα ευθεία και πάλι δεξιά…

Ίζαμπελ: Πώς μπλεχτήκαμε έτσι εδώ μέσα; Βγάλε με επιτέλους από εδώ!! Ακούς τι σου είπα;

(ακούγεται πυροβολισμός)

Ίζαμπελ: Παναγία μου! Θα μας πετύχουν… ανάθεμά σε!! Που με έφερες; Εδώ πέφτουν σφαίρες…!

Μαρία: Μη φοβάστε κυρία, έτσι γίνεται συνήθως στον πόλεμο…

Σάρα: Δεν έχετε ξανακούσει σφαίρες κυρία;

Ίζαμπελ: Σκάστε και βγάλτε με αμέσως από εδώ!

Μαρία+Σάρα: Μάλιστα κυρία!

(οι στρατιώτες και οι νοσοκόμες γελούν)

Κλαίρη: Να χαρώ εγώ στρατιωτική πειθαρχία! Ε ρε κάτι νταήδες που δίνουν διαταγές από τα γραφεία…



ΣΚΗΝΗ 5η

(Στο γερμανικό χαράκωμα)

Χανς: Τι ήταν αυτός ο πυροβολισμός;

Καρλ: Τίποτα κύριε… τυχαίο θα ήταν… βλέπω ησυχία απέναντι…

Χανς: Έχε το νου σου… αυτοί δε θα σταματήσουν ούτε για τα Χριστούγεννα…

(προχωρά και περπατά ανάμεσα από στρατιώτες που μεταφέρουν χριστουγ. δέντρα)

Χανς (απευθυνόμενος σε έναν στρατιώτη): Τι είναι αυτά τα χριστουγεννιάτικα έλατα τελοσπάντων; Τι δουλειά έχουν εδώ;

Ρόλαντ: Τα έστειλαν από τη διοίκηση. Μιας και θα γιορτάσουμε εδώ τα Χριστούγεννα… τουλάχιστον να νιώσουμε λίγο το πνεύμα των Χριστουγέννων! Ωωωω έλατοοοοο, ωωωω έλατοοοοο! Μ' αρέσεις πώς μ' αρέσεις!!  (σηκώνει και τα χέρια)

Χανς: Ρόλαντ, σοβαρέψου!

Ρόλαντ: Ωχ έλατο, ωχ έλατο… καθόλου δε μ' αρέσεις...(και απομακρύνεται)

(ο Χανς τον αγριοκοιτάζει)



ΣΚΗΝΗ 6η

(Στρατόπεδο Γερμανών. Όλοι μαζεμένοι στο χαράκωμα γύρω από ένα τραπεζάκι με μπουκάλια ουίσκι, κανα δυο πίνουν και τρώνε.)

Ρόμπερτ: Ξημέρωσε Χριστούγεννα! Χρόνια πολλά  σύντροφοι! Υγεία και χαρά στις οικογένειές μας! Να είμαστε καλά και ενωμένοι!

Ρόλαντ: Χρόνια πολλά! Frohe Weihnachten!

Καρλ: Χρόνια πολλά! Να είμαστε καλά να παραμείνουμε άνθρωποι μέσα στη φρίκη! Τα ρούχα μου μυρίζουν…

Ρόλαντ: Ενώ εγώ μοσχομυρίζω…! Έκανα μπάνιο με αφρόλουτρο… μύρισέ με!! Χαχα, άσε μας ρε αδερφέ! Που νομίζεις θα σε πάμε; Σε ρεβεγιόν;!!

(Αναφωνούν όλοι: «Frohe Weihnachten!» «Καλά Χριστούγεννα!»)

Ρόλαντ: Έι, ελάτε να θυμίσουμε στους Σκωτσέζους πώς είναι παραμονή Χριστουγέννων! Μάλλον το έχουν ξεχάσει..! Να βάλουμε τα έλατα ψηλά να τα βλέπουν, να ζηλέψουν λίγο, να δουν ότι εμείς τον διασκεδάζουμε τον πόλεμο!  Χα!

Αρχίζουν να υψώνουν  τα χριστουγεννιάτικα έλατα πάνω από το χαράκωμα.



(Στο γαλλικό χαράκωμα)

Φέλιξ (προς τον Έντουαρντ): Υπολοχαγέ, τρέξτε να δείτε! Κάτι συμβαίνει!

Έντουαρντ: Δε μου αρέσει αυτό…

Φέλιξ: Αντιπερισπασμός θα είναι για κάποιο βρώμικο κόλπο που σχεδιάζουν…



(Στο γερμανικό χαράκωμα)

Ρόμπερτ: Να πούμε ένα τραγουδάκι για το καλό! Μιας και είναι Χριστούγεννα, να πούμε ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι! Την Άγια Νύχτα, το αγαπημένο της κόρης μου!

(Αρχίζουν να τραγουδούν όλοι μαζί. Πληθαίνουν σιγά-σιγά και δυναμώνουν οι φωνές. Ακούγεται η 1η στροφή του τραγουδιού στα γερμανικά.
Stille Nacht! Heilige Nacht!
Alles schläft; einsam wacht
Nur das traute heilige Paar.
Holder Knab im lockigten Haar,
Schlaf ' in himmlischer Ruh!
Schlaf 'in himmlischer Ruh!)

Τελειώνει το τραγούδι και ζητωκραυγάζουν.



(σκωτσέζικο χαράκωμα)

Τζέισον: Μα αυτοί τραγουδούν… το ξέρω το τραγούδι αυτό, είναι η Άγια Νύχτα! (Ξεκινά να τραγουδά στα αγγλικά): Silent night, holy night

 (Από το σκωτσέζικο χαράκωμα οι υπόλοιποι ξεκινούν να τραγουδούν τη στροφή του τραγουδιού στα αγγλικά.
Silent night! Holy night!
All is calm, all is bright,
Round yon Virgin Mother and Child!
Holy Infant, so tender and mild,
Sleep in heavenly peace!
Sleep in heavenly peace!
)

Ρόμπερτ: Τραγουδούν κι αυτοί!!

(Οι Γερμανοί συνεχίζουν την 3η στροφή του τραγουδιού στα γερμανικά ενώ ο Ρόμπερτ σηκώνει ένα χριστουγ. δέντρο , και κρατώντας το υψωμένο μαζί με μία λευκή σημαία, βγαίνει από το χαράκωμα και πλησιάζει το αντίπαλο στρατόπεδο.)

(Αρχίζουν όλοι δειλά δειλά να υψώνουν τα κεφάλια πάνω  από τα χαρακώματα, στέκονται όρθιοι.)

(Συναντιούνται στο κέντρο της σκηνής ο Χανς με τον Σάιμον, κάτι λένε χαμηλόφωνα)

(στο γαλλικό χαράκωμα)

Φέλιξ: Α! Κοίτα να δεις! Τι γίνεται εκεί; Τα βρήκανε, πάνε να το γλεντήσουν και δε μας καλέσανε;

Έντουαρντ: Σκάσε Φέλιξ! Τι διάολο συμβαίνει εκεί; (περπατάει αργά προς το μέρος των υπολοχαγών) Κύριοι υπολοχαγοί.. (χαιρετά στρατιωτικά, εκείνοι το ίδιο)

Χανς: Λέγαμε να κάνουμε μία παύση πυρός μέρες που είναι… να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα ήσυχα… τι λέτε;

( Ο Έντουαρντ δεν αντιδρά..κοιτάζει σιωπηλός)

Σάιμον:  Δε θα κριθεί η έκβαση του πολέμου από τη σημερινή μέρα έτσι κι αλλιώς…

(Ο Έντουαρντ αποχωρεί, πάει στο γαλλικό χαράκωμα και ζητάει από τους στρατιώτες του ένα μπουκάλι σαμπάνιας και επιστρέφει. Κερνάει τους υπολοχαγούς και εύχονται «Καλά Χριστούγεννα» ο καθένας στη γλώσσα του).

Έντουαρντ: Ζουαγιέ Νοέλ.

Σάιμον: Merry Christmas.

Χανς: Frohe Weihnachten.

(Οι στρατιώτες και από τις τρεις πλευρές φεύγουν από τα χαρακώματα, έρχονατι προς το κέντρο της σληνης και πλησιάζονται διερευνητικά)

(Σκωτσέζικο χαράκωμα)

Nόα: Μα τι κάνετε; Γυρίστε πίσω! Τον Γερμανό δεν πρέπει να τον κάνεις ποτέ φίλο αλλά να τον σκοτώνεις! Τρελαθήκατε; Είναι εχθροί μας!! Ει, γυρίστε πίσω!

(Στο κέντρο της σκηνής)

Καρλ: (δείχνει στον Φράνσις  το έδαφος και κλοτσάει στον αέρα)

Φράνσις (προς Τζέισον): Αυτός λέει ότι θα μας κλωτσάει και θα μας θάψει κιόλας! Άσε με να τον δείρω! Τι είπες ρε;  What did you say? I will kill you!!

Καρλ: Nein! Nein! Moment! Fußball! Fußball! (κλοτσάει και δείχνει το έδαφος)

Φράνσις (προς Τζέισον): Άσε με να τον δείρω σου λέω! (ο Τζέισον τον κρατάει)

Τζέισον:  Περίμενε! Κάτι άλλο θελει να πει! Θελει να παίξουμε ποδόσφαιρο!

Φράνσις: Ε;; Τι να κάνουμε; Χάζεψε ο Γερμανός;

Καρλ: Moment!

(Φέρνει ένα τσαλακωμένο αλουμινένιο κουτί κονσέρβας):Hier! Das (και δείχνει το κονσερβοκούτι)… Ball! (και το κλωτσάει)

Φράνσις.: Ααααααα! Ποδόσφαιρο θέλει να παίξουμε στ’ αλήθεια!!! Έλα Τζέισον, ποιος θα το φανταζόταν! Πάμε να βάλουμε ένα γκολάκι στους Γερμανούς!!

(Παίζουν ποδόσφαιρο επι σκηνής!)



ΣΚΗΝΗ 7η

(Παίζει βίντεο με τίτλο: «Στο στρατηγείο»: Όταν οι στρατηγοί διαβάζουν τα γράμματα που έστειλαν οι στρατιώτες στις οικογένειές τους.)

(Οι στρατιώτες κάθονται γύρω από ένα τραπέζι με μία λάμπα και ανοίγουν πολλά γράμματα και διαβάζουν. Ακούγεται στο βίντεο διαφορετικές φωνές να μιλούν:

-Αγαπημένη μου, στηρίζομαι στη μνήμη σου όπως ένας ακροβάτης στηρίζεται στο σκοινί του. Μην ξεχνάς… δεν αργεί η ώρα που θα επιστρέψω σπίτι μας.

- Αγάπη μου, τι κάνει ο μικρός μας; Σίγουρα θα περπατάει τώρα…! Να τον νανουρίζεις κάθε βράδυ, να κοιμάται γλυκά και ήρεμα… φίλησέ τον από τον πατέρα του και μάθε του να με φωνάζει, όταν θα έρθω, θέλω να τον ακούσω να με φωνάζει…! Μου λείπετε και οι δυο.

- Παίξαμε ποδόσφαιρο, είναι αλήθεια! Πριν το καταλάβουμε είχαν βάλει έξι γκολ! Αργότερα κάποιοι είπαν ότι έπαιζαν σε μία ομάδα του Μονάχου που λέγεται  Μπάγερν.

- Δε θα ξεχάσω ποτέ πως ήταν να τραγουδάμε όλοι μαζί… έπρεπε να το δεις αυτό Ιρένε!

- Εγώ να πιώ εγώ μαζί με αυτούς; Αυτούς που σκότωσαν τον αδελφό μου; Καλύτερα να πέθαινα!

- Ένας Βαυαρός μου έδωσε τη διεύθυνσή του να τον επισκεφθώ μετά τον πόλεμο.

- Θα περάσουμε την Πρωτοχρονιά με τους Γάλλους, μέχρι πρίν λίγες ώρες τους σημαδεύαμε με το όπλο… Φαίνεται τρελό!

- Θα τραγουδήσουμε πάλι όλοι μαζί και θα πιούμε στην υγεια όλων των ανόητων που κάθονται στα ζεστά σπίτια τους και μας έστειλαν εδώ για να πεθάνουμε. Αυτοί δε ξέρουν τίποτα από πόλεμο! Παίρνουν τις αποφάσεις τους χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι και φωνάζοντας σαν τα σκυλιά αλλά εμείς πεινάμε εδώ, τρέμουμε από το κρύο, εμείς βλέπουμε τους φίλους και τα αδέλφια να χάνονται μπροστά στα μάτια μας… είναι σκληρός ο πόλεμος τελικά. Κανείς μας δεν το φανταζόταν έτσι.

- Αγαπημένη μου, να που ο άνθρωπος δεν παύει ποτέ να είναι άνθρωπος… μαλάκωσαν οι ψυχές μας έστω για λίγο… θυμηθήκαμε πώς είναι να χαμογελάμε… να χαιρόμαστε με τα απλά πράγματα… ποιος το περίμενε… Παρακούσαμε τις εντολές των ανωτέρων μας για να κερδίσουμε λίγες στιγμές  ευτυχίας… κι εκεί που σημαδεύαμε με το όπλο, τώρα να σημαδεύουμε για γκολ! Αγαπημένη μου, μέσα στη σκληρότητα του πολέμου βρήκαμε λίγη ανθρωπιά… )



ΣΚΗΝΗ 8η

(Μόνος στη σκηνή ο Φράνσις)

Φράνσις: Το όνομά μου είναι Φράνσις Τόλιβερ και μένω στο Λίβερπουλ. Ήμουν κι εγώ ένας από τους στρατιώτες που έζησαν αυτό το θαύμα. Σύντομα όμως ξημέρωσε και η Γαλλία ήταν πάλι Γαλλία. Με θλιμμένα «αντίο» ξεκινήσαμε να πάμε πάλι στον πόλεμο... Μα μετά από αυτή τη θαυματουργή νύχτα, όλοι αναρωτιόμασταν το ίδιο: "Ποιανού την οικογένεια έχω σημαδεμένη με το όπλο μου;"

Ήταν Χριστούγεννα στα χαρακώματα, σκοτάδι βαθύ. Τα παγωμένα λιβάδια της Γαλλίας ζεστάθηκαν καθώς τραγουδούσαμε τραγούδια της ειρήνης. Πόλεμος δεν υπήρχε στις καρδιές μας, παρά μόνο στα χαρτιά.

Κάθε Χριστούγεννα που έρχονται μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, θυμάμαι εκείνη την νύχτα. Ήταν τα ομορφότερα Χριστούγεννα της ζωής μου.

Το έμαθα καλά το μάθημά μου:

Αυτοί που διαφεντεύουν τον κόσμο δεν θα ’ναι ανάμεσα στους νεκρούς και τους σακάτες. Αυτοί είναι προστατευμένοι στα γραφεία τους και από εκεί δίνουν εντολές για τον θάνατό μας.

Εμείς όλοι, που μας στέλνουνε στον πόλεμο, από όποια μεριά του τουφεκιού και να βρισκόμαστε, είμαστε το ίδιο».